Μια εργασία για τη συμβολή του Κάντ στη γνωσιολογία και την επιστήμη του καιρού μας
ΑΚΑΔΗΜΙΑ
ΠΛΑΤΩΝΟΣ - ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΑΠΟΦΟΙΤΟΥΣ
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ – ΤΜΗΜΑ 8
ΥΠΕΥΘΥΝΗ
ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΡΙΑ: Γιούλη Παπαϊωάννου
Εργασία της
Αικατερίνης – Μιρέλλας Καλοστύπη με θέμα:
«Σε τι συνίσταται η συμβολή του Καντ στη
γνωσιολογία και πώς αυτή σχετίζεται με την επιστήμη του καιρού μας;»
Απρίλιος
2015
ΕΡΓΑΣΙΑ
Ο Ιμμάνουελ Καντ
(1724-1804) επιδιώκει να θεραπεύσει τον ανθρώπινο λόγο (Λογική) από μείζονα ερωτήματα που τον βασανίζουν επειδή όχι
απλώς δεν μπορεί να τα αποφύγει αφού τίθενται διαρκώς στον νου του εκ φύσεως, αλλά
διότι και δεν μπορεί, μετά λόγου γνώσεως,
να δώσει απαντήσεις. Πρόκειται για μεταφυσικά/ οντολογικά ερωτήματα περί της
δημιουργίας του κόσμου, την ύπαρξη του θεού, της ψυχής, του νου, την αρχή και
το τέλος του κόσμου κ.ά.
Ο Καντ ζει σε
μια εποχή που η επιστήμη χειραφετείται από τη μεταφυσική και προοδεύει ενώ η
φιλοσοφία παίρνει μια επιστημολογική ερευνητική στροφή σε μια προσπάθεια να
κατανοηθεί ο τρόπος που λειτουργεί ο ανθρώπινος νους και οι έμφυτες γνωστικές
δυνάμεις του ανθρώπινου λογικού, που μπορούσαν να εκφραστούν μέσα από την
ανακάλυψη της επιστημονικής αλήθειας. Ωστόσο, τον 17ο αλλά και τον 18ο
αιώνα οι προσπάθειες σχεδόν όλων των φιλοσόφων διανοητών είναι ακόμα εξαιρετικά
φορτισμένες θεολογικά. Ο ίδιος, που προέρχεται από οικογένεια με αυστηρή
θρησκευτική παράδοση, προτεσταντικής ηθικής, θεωρεί ότι ο άνθρωπος φέρει την
ευθύνη να χρησιμοποιεί το μυαλό του για να σκέφτεται, με σκοπό να γνωρίσει την
αλήθεια δίχως έξωθεν χειραγωγήσεις διότι, όπως διακηρύσσει, «διαφωτισμός» σημαίνει λόγος που αυτονομείται από τις θρησκευτικές
διδαχές της Αγίας Γραφής και ιδιαίτερα του χριστιανισμού, άρα είναι ο λογικός
νους που πρέπει να πάψει να είναι φοβικός κατά τη διαδικασία αναζήτησης της αληθινής
γνώσης μέσω της απάντησης ερωτημάτων που τίθενται σε σχέση με τη γνώση, δηλαδή Τι είναι γνώση, ποια είναι τα είδη της
γνώσης, ποιες είναι οι αναγκαίες και ικανές συνθήκες για τη γνώση, ποιες είναι
οι πηγές της γνώσης, ποια είναι τα όριά της, ποιο είναι το αντικείμενο της
γνώσης;
Έτσι, ο Καντ, ξεκινά
μια προσπάθεια να θέσει τη Μεταφυσική στον ορθό δρόμο της Επιστήμης και αναζητά
μια νέα επιστημονική μέθοδο σκέψης που να θέτει τον Νου στο επίκεντρο για τη
Γνώση. Θέλει τον νου του ανθρώπου απαλλαγμένο από το δόγμα ότι τα πράγματα
υπάρχουν ανεξάρτητα και ανεπηρέαστα από τη δική του παρουσία (ρεαλιστική
αντίληψη), αλλά, επίσης, και από το δόγμα ότι ό, τι υπάρχει είναι προϊόν της
δικής του αντιληπτικής ικανότητας (ιδεαλιστική άποψη). Φέρνει στο ακαδημαϊκό προσκήνιο
τη συζήτηση για το φαινόμενο και το πράγμα καθεαυτό, με σκοπό να αντικρούσει
τον σκληροπυρηνικό εμπειρισμό/ σκεπτικισμό του Ντέηβιντ Χιούμ ότι είναι
αδύνατον να γνωρίσουμε την εξωτερική πραγματικότητα, ότι δεν δικαιούμαστε να
είμαστε βέβαιοι για τίποτα και ότι για όλα πρέπει να αμφιβάλλουμε.
Ο Καντ,
επομένως, επιχειρεί σύνθεση των δυο φιλοσοφικών ρευμάτων γνωσιολογίας που
βρίσκονται, τον 17ο και 18ο αιώνα, σε διαμάχη: τον
ρεαλισμό με τον ιδεαλισμό (ή αντιρεαλισμό). Γεφυρώνει τον εμπειρισμό και τον ορθολογισμό,
όπως καθιερώθηκαν οι όροι αυτοί στην ιστορία της φιλοσοφίας τον 19ο
αιώνα.
Σύμφωνα με την
καντιανή οπτική δεν υπάρχουν αντικείμενα έξω από τη γνώση τους, και η θέση του
δογματικού ρεαλισμού ότι γνωρίζουμε πράγματα καθεαυτά ανεξάρτητα από εμάς,
καθιστά για εκείνον ακατανόητη τη σχέση υποκειμένου και αντικειμένου (ή
παράστασης και αντικειμένου). Εισάγει λοιπόν τη διάκριση μεταξύ πράγματος
καθεαυτού και φαινομένου και υποστηρίζει ότι η γνώση δεν εκπορεύεται από τα
πράγματα, αλλά από τον νου. Αντιστρέφοντας τρόπον τινά την κοπερνίκεια
επανάσταση στην αστρονομία, δείχνει ότι δεν ρυθμίζεται η γνώση μας προς τα
αντικείμενα, αλλά τα αντικείμενα προς τη γνώση μας δηλαδή παραλληλίζει τον νου
με τον ήλιο γύρω από τον οποίο περιστρέφεται η γη που φωτίζεται από αυτόν.
Ο Καντ θεωρεί
πως όσο ο λόγος θα βρίσκεται εγκλωβισμένος στην εμπειρία και μόνο, ο άνθρωπος
θα είναι καταδικασμένος να αποθηκεύει στο μυαλό του υπαρξιακά ερωτήματα δίχως
τέλος και απαντήσεις. Θα αναγκάζεται δηλαδή να αναζητά γνωσιολογική διέξοδο σε
θεμελιώδεις αρχές πέραν της εμπειρίας, οι οποίες όμως οδηγούν τον λόγο σε
αντιφάσεις που δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν π.χ. τα μεταφυσικά/οντολογικά
φορτικά ερωτήματα περί ύπαρξης ή μη θεού, ψυχής, αρχής και τέλους του σύμπαντος
κ.ο.κ. Αυτά, όμως, μπορεί να τελούν υπό διαρκή σύγκρουση, αλλά δεν σημαίνει ότι
είναι ανύπαρκτα και ότι θα πρέπει να απορριφθούν. Έτσι προτείνει να βασιζόμαστε μεν στην εμπειρία για να γνωρίσουμε την εξωτερική
πραγματικότητα, αλλά επειδή η εμπειρία δεν αρκεί για τη βεβαιότητα - πόσο
μάλλον για την καθολική γνώση - είναι απαραίτητο για κάθε είδος γνώσης να
υπάρχει νοητικός εξηγητικός εξοπλισμός/μηχανισμός
που μπορεί να λειτουργεί και χωρίς την εμπειρία, δηλαδή πριν από την εμπειρία,
αλλά και μετά από αυτήν.
Εποπτείες
και έννοιες: ο μόνος δρόμος για τη Γνώση
Τη φιλοσοφική ερευνητική
πορεία του Καντ καθόρισαν σχεδόν σε απόλυτο βαθμό η Ευκλείδεια Γεωμετρία και οι
νόμοι της Νευτώνειας Μηχανικής έτσι ώστε στο γνωσιολογικό τμήμα του έργου του Κριτική του Καθαρού Λόγου (δημοσιεύεται
το 1781) να υποστηρίξει ότι οι κατηγορίες/ έννοιες a priori που
συγκροτούν τον κόσμο είναι άχρονες, σταθερές και ότι είναι οι αναγκαίες
προϋποθέσεις για την εμπειρική γνώση, τη γνώση των πραγμάτων του εξωτερικού
κόσμου, δηλαδή τα φαινόμενα.
Ο Καντ
θεμελιώνει φιλοσοφικά την επιστήμη της εποχής του εισάγοντας τις « a priori συνθετικές προτάσεις» που επεκτείνουν της γνώση μας
για τα πράγματα στον χώρο και τον χρόνο (ευκλείδεια γεωμετρία και αριθμητική). Η
νευτώνεια μηχανική, βασίζεται στις εκ των προτέρων (a priori) έννοιες/ κατηγορίες
δηλαδή στις καθαρές έννοιες πάνω στις οποίες επικάθονται οι εμπειρικές έννοιες.
Όπως υποστηρίζει
ο Καντ, αυτές οι δυο μεγάλες επιστημονικές επιτεύξεις είναι πριν από την εμπειρία και βασίζονται
στον τρόπο με τον οποίο είναι κατασκευασμένες οι δυο πηγές της γνώσης: 1) η
αισθητικότητα, και 2) η διάνοια/νόηση/αυτενέργεια του νου.
Η αισθητικότητα
του ανθρώπου, δηλαδή το να γίνεται δέκτης εξωτερικών πραγμάτων, είναι οι μορφές
εποπτείας του χώρου και του χρόνου, ενώ
η νόησή του παράγει καθαρές έννοιες, εκ των
προτέρων της εμπειρίας, δηλαδή δεν εξαρτώνται από την εμπειρία. Διότι δίχως
τη νόηση δεν υπάρχει κόσμος παρά μονάχα ένα χάος ασύνδετων εντυπώσεων/εμπειριών,
ένα κάτι απροσδιόριστο. Η ικανότητα
του κάθε έλλογου όντος να συνθέτει συλλογισμούς, με βάση την τυπική Λογική[1],
είναι η κρίση του ανθρώπου που αποτελεί
γι αυτόν μονάδα γνώσης. Η κρίση είναι η σχέση μιας ανώτερης έννοιας προς μια
κατώτερη που υπάγεται σε αυτήν. Παραδείγματος χάριν , στην κρίση «όλοι οι
άνθρωποι είναι θνητοί» η ανώτερη έννοια είναι η έννοια της θνητότητας, η οποία
εμπεριέχει μεταξύ άλλων την έννοια του ανθρώπινου σώματος, η οποία αναφέρεται
σε ορισμένα αντικείμενα της εποπτείας (ανθρώπους). Άρα κάθε κρίση μπορεί να
παρασταθεί ως μια σχέση εντός έννοιας – η ανώτερη έννοια εμπεριέχει κατώτερες
έννοιες - επομένως κάθε έννοια είναι
κρίση. Ανακαλύπτει, όμως, ποιες κατηγορίες αντιστοιχούν και κρύβονται στις
μορφές κρίσης.
Ο Καντ διακρίνει
τις a priori έννοιες
- που δεν πρέπει να συγχέονται με τις
έννοιες που σχηματίζουμε από τις εμπειρίες μας, δηλαδή τις εκ των υστέρων/ a posteriori έννοιες - σε 12 κατηγορίες,
ταξινομημένες σε 4 ομάδες:
1) της ποσότητας
όπου εντάσσει τις κατηγορίες α) της ενότητας - εν, β) της πολλαπλότητας- πολλά και
γ) της καθολικότητας - ολότητας
2) της ποιότητας
όπου εντάσσει τις κατηγορίες α) της πραγματικότητας, β) της άρνησης και γ) του
περιορισμού
3) της αναφοράς
όπου εντάσσει τις κατηγορίες α) της ουσίας και του συμβεβηκότος, β) της αιτιότητας
και γ) της αλληλεπίδρασης
4) του τρόπου
όπου εντάσσει τις κατηγορίες α) της δυνατότητας, β) της ύπαρξης και της αναγκαιότητας.
Ο άνθρωπος δεν
μπορεί να σκεφτεί και ως εκ τούτου να γνωρίσει πράγματα χωρίς τις 12 κατηγορίες
και έτσι λέει χαρακτηριστικά:
«Εποπτείες χωρίς έννοιες είναι τυφλές και
έννοιες χωρίς εμπειρίες είναι κενές».
Υποστηρίζει ότι
οι δυο επιστημονικές θεωρίες του Ευκλείδη και του Νεύτωνα ώστε να γνωρίσουμε τη
Φύση είναι παντοτινές και μη ανατρέψιμες γεγονός που σημαίνει ότι βρέθηκε το
σταθερό και ασφαλές εις το διηνεκές πλαίσιο γνώσης για τα φαινόμενα έστω και αν
ο εσωτερικός παρατηρητής, ο εαυτός μας καθεαυτός, θα παραμένει μονίμως
άγνωστος. Έτσι αντέκρουσε τον ακραίο σκεπτικισμό του Ντέηβιντ Χιουμ, ο οποίος
αμφισβητούσε ακόμα και την ύπαρξη του εαυτού, λέγοντας ότι πρόκειται απλώς για
μια δέσμη εμπειριών (εντυπώσεις και εικόνες των εντυπώσεων) και τίποτα άλλο. Ο
Καντ θέτοντας το ερώτημα, Ποιος, όμως, είναι αυτός που κοιτάζει μέσα στον εαυτό
μας κατά την ενδοσκόπηση; προϋπέθεσε έναν λειτουργικό μηχανισμό που μπορεί
παρατηρώντας να γνωρίσει τα φαινόμενα των πραγμάτων αφενός με τις εποπτείες του
χώρου και του χρόνου αφετέρου με τις καθαρές έννοιες, αλλά όχι τον εαυτό
καθευατόν. Γεφυρώνοντας το χάσμα μεταξύ εποπτείας και έννοιας, σε αντίθεση με
τους ακραίους εμπειριστές, εκφράζει την πεποίθηση ότι, ναι, ο άνθρωπος μπορεί κάτι
να γνωρίζει χάρη στην εσωτερική του υπερβατικολογική
συνείδηση που έστω και αν δεν μπορεί να παρατηρηθεί έτσι όπως τα πράγματα
έξω, εντούτοις συνιστά έναν συγκροτητικό και οργανωτικό εξοπλισμό προς γνώση των
πραγμάτων. Αναμφίβολα δίχως εμπειρία
δεν υπάρχει γνώση, όμως ο λόγος υπάρχει
για να καθαρίσει την εμπειρία από τυχόν σφάλματα.
Η Κριτική του Καθαρού Λόγου είναι εκείνο
από τα έργα του που έκτοτε θεωρείται καθοριστικό για την πορεία της ευρωπαϊκής
φιλοσοφίας και ο ίδιος θεωρείται ως ο κατ’ εξοχήν εκπρόσωπος του ευρωπαϊκού
διαφωτισμού. Η ανάλυση του στη γνωσιολογία θα κυριαρχήσει ολόκληρο τον 19ο
αιώνα ως το αυτονόητο φιλοσοφικό
υπόβαθρο κάθε επιστήμης.
Η καντιανή
κυριαρχία, όμως, θα υποχωρήσει τον 20ο αιώνα εξαιτίας της περαιτέρω
προόδου στις Φυσικές Επιστήμες με τη νέα Θεωρία της Σχετικότητας του Άϊνστάϊν
(:την Ειδική που δημοσιεύεται το 1905 και την Γενική το 1915) που ανατρέπουν
την Νευτώνεια θεωρία και την αντίληψη που έχουμε για τη φύση. Ο Άλμπερτ
Άϊνσταϊν δεν χρησιμοποιεί την Ευκλείδεια γεωμετρία[2] ενώ στην
Κβαντική θεωρία η δύναμη της βαρύτητας είναι η μια από τις τέσσερις δυνάμεις
που την προκαλούν[3]. Αυτές οι κοσμογονικές επιστημονικές εξελίξεις ήταν επόμενο
να επισύρουν και νέες φιλοσοφικές διεργασίες στους υπάρχοντες τομείς της
γνωσιολογίας-οντολογίας-αξιολογίας και να γεννήσουν τον νέο τομέα της Φιλοσοφίας
της Επιστήμης.
Αν τελικός
αντικειμενικός σκοπός της Φυσικής είναι μια μοναδική, πλήρης, ενιαία θεωρία που
να περιγράφει ολόκληρο το σύμπαν, τότε, εφόσον πράγματι κάποτε υπάρξει, θα
καθορίζει τα πάντα μέσα στο σύμπαν, άρα
λογικά θα καθορίζει και τις πράξεις μας. Σ’ αυτήν την τελολογική περίπτωση, οι
πράξεις των ανθρώπων μας θα ήταν άραγε δυνατόν, έστω και θεωρητικά αυτή τη
φορά, να καθορίζονται από έννοιες όπως βούληση,
ελευθερία και ελεύθερη βούληση και ενδεχομένως να κινηθούμε ως άνθρωποι προς την
καντιανή κατηγορική προσταγή «πράττε έτσι
ώστε η ρυθμιστική αρχή της βούλησής σου να μπορεί συγχρόνως να καταστεί
καθολικός νόμος»; Ή μήπως σε περίπτωση ανακάλυψης μιας μοναδικής ενιαίας
και πλήρους εξηγητικής θεωρίας του κόσμου, οι πράξεις του ανθρώπου δεν θα έχει
κανένα νόημα να υπαχθούν σε ηθικές ιδέες που παράγει ο λόγος ως ρυθμιστικό ιδεώδες της ανθρώπινης συμπεριφοράς;
Προσώρας, όμως,
και παρά την κυριαρχία του Άϊνσταϊν και της κβαντικής θεωρίας, η θεωρία του
Νεύτωνα εξακολουθεί να χρησιμοποιείται επειδή στις καταστάσεις που συνήθως
αντιμετωπίζουμε η διαφορά των προβλέψεών της από τις προβλέψεις της γενικής
θεωρίας της σχετικότητας είναι πολύ μικρή. Έτσι και το καντιανό σύστημα, παρότι
έχασε την κυριαρχία του, εξακολουθεί μέχρι σήμερα να αποτελεί ενδιαφέρον πεδίο
επιστημονικής μελέτης πάνω σε γνήσια φιλοσοφικά ερωτήματα περί φύσεως, δηλαδή
την αναζήτηση της ουσίας των όντων, τα οποία είναι και ερωτήματα των επιστημών,
που προσπαθούν επίσης να ανακαλύψουν την ουσία των συγκεκριμένων δικών τους αντικειμένων.
Πηγές/
βιβλιογραφία
Η εργασία αυτή
βασίστηκε στην ανελλιπή παρακολούθηση των παραδόσεων μαθημάτων από τους κ.κ. Μιχαήλ
Μαντζανά, Παύλο Κλιματσάκη, Άλκη Γούναρη, Νίκο Προγούλη και Θεόδωρο Δημητράκο (στο
Τμήμα 8 Φιλοσοφίας του Προγράμματος Ακαδημίας Πλάτωνος – ΕΚΠΑ), την μελέτη και
χρήση των προσωπικών μου σημειώσεων καθώς και όσων σημειώσεων οι διδάσκοντες
ανάρτησαν στο e-class.
Επίσης, χρησιμοποιήθηκε
υλικό από:
Αυγελής, Νίκος (2005), Εισαγωγή στη Φιλοσοφία, επιμέλεια
Αρχέλαος Κουτσούρης, Πέμπτη Έκδοση, Θεσσαλονίκη
Βαλλιάνος, Περικλής (2001), Οι επιστήμες της Φύσης και του Ανθρώπου στην
Ευρώπη – Η επιστημονική επανάσταση και η Φιλοσοφική Θεωρία της Επιστήμης, Ακμή
και υπέρβαση του θετικισμού, Τόμος Β’ Εκδόσεις Ανοιχτό Πανεπιστήμιο, Πάτρα.
Πελεγρίνης, Θεοδόσιος (1998), Οι πέντε εποχές της φιλοσοφίας, Β’
έκδοση, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα.
Chalmers, A. (1996), Τι είναι αυτό που το λέμε Επιστήμη;
Μετάφραση Γ. Φουρτούνης, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο.
March, Robert (1996),
ΦΥΣΙΚΗ για ποιητές, μετάφραση
Κωνσταντίνα Μεργιά, επιμέλεια Νίκος Κοτρίδης, Δίαυλος, Αθήνα.
Hawking, Stephen (1996),
Το Χρονικό του Χρόνου – εικονογραφημένο,
έκδοση αναθεωρημένη και επηυξημένη, μετάφραση Κωνσταντίνος Χάρακας, Κάτοπτρο,
Αθήνα.
[1] Για την επιστημονική
εγκυρότητα η διασκεπτική ενέργεια του νου, διέπεται από κανόνες, οι οποίοι
βασίζονται σε τέσσερις υπέρτατες Λογικές Αρχές: της Ταυτότητας, της μη
Αντίφασης, του Αποκλειόμενου Μέσου ή Τρίτου, και του Αποχρώντος Λόγου. Ο Καντ, έστω και δίχως εμπειρία περί της ύπαρξης
θεού, δέχεται την ύπαρξή του ως αίτημα της ελεύθερης βούλησης του ανθρώπου ώστε
να υπάρχει ηθικός/ενάρετος βίος τον οποίο αξίζει να ζει ο άνθρωπος, που με δική
του ευθύνη καθορίζει. Αλλά και όταν το αποτέλεσμα του ενάρετου βίου δεν φέρνει
ευτυχία στον ηθικό άνθρωπο, τότε, το αίτιο όλων των αιτίων (αυτό που
περιλαμβάνει και τον εαυτό του δηλαδή ο θεός), θα επαναφέρει την αρμονία, θα
υπάρξει αυτό που λέμε θεία παρέμβαση στην ασυμφωνία καθήκοντος και
αποτελέσματος.
[2] Ο Αϊνσταϊν χρησιμοποιεί
άλλες γεωμετρίες που προϋποθέτουν είτε θετική καμπυλότητα (Ρήμαν) είτε αρνητική
καμπυλότητα (Λομπατσέφκσι) διότι οι τροχιές των φωτεινών σωματιδίων κοντά σε
μεγάλες μάζες δεν είναι ευθείες, αλλά καμπυλώνονται.
[3] Εκτός από τη βαρύτητα,
επιτάχυνση στα σωματίδια προκαλεί η ηλεκτρομαγνητική δύναμη, η ασθενής πυρηνική
δύναμη και η ισχυρή πυρηνική δύναμη.