efimerida sfaira

Η αλήθεια όπως την πιστεύεις στ' αλήθεια με θάρρος για κάθε καινούρια αρχή, θέλοντας ή μη

Η Φωτό Μου
Όνομα:
Τοποθεσία: Athens, Attika, Greece

Πέμπτη, Απριλίου 28, 2011

ΠΛΟΥΡΑΛΙΣΜΟΣ - ΜΑΡΞΙΣΜΟΣ

Είπαμε πιο κάτω για δυο παραδοσιακές σχολές σκέψεις στην παγκόσμια πολιτική σκηνή: τον ρεαλισμό/νεορεαλισμό καθώς και τον ιδεαλισμό/νεοϊδεαλισμό. Ο ρεαλισμός μιλά για την πολιτική της ισχύος και την ισορροπία των δυνάμεων. Ο ιδεαλισμός προτάσσει την ηθική και τον σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα. Αντίθετα με τον ρεαλισμό ο ιδεαλισμός απορρίπτει την ιδέα των κυρίαρχων κρατών –εθνών δίνοντας έμφαση σε ένα μοντέλο συνεργασίας και αλληλεξάρτησης μέσα σε μια παγκόσμια κοινωνία. Ο Kant (18ος αιώνας) ανέπτυξε ένα όραμα παγκόσμιας κυβέρνησης με προοπτική την οικουμενική και παγκόσμια ειρήνη στην ανθρωπότητα. Η ιδέα μιας παγκόσμιας κυβέρνησης έγινε ξανά της μόδας στις αρχές του 1990 όταν ο τότε Γ.Γ. του Ο.Η.Ε. Boutros Boutros Ghali δήλωσε επισήμως ότι “ο νικητής στο τέλος του ψυχρού πολέμου θα είναι ο εκδημοκρατισμός των διεθνών σχέσεων και αυτός θα είναι ο νέος ρόλος των Ηνωμένων Εθνών”. Ο πρόεδρος των Η.Π.Α., George Bush, πρεσβύτερος, είχε παράλληλα διακηρύξει μια παγκόσμια «νέα τάξη πραγμάτων», που δεν θα βασιζόταν στην ιδεολογική σύγκρουση και την ισορροπία του τρόμου, αλλά στην κοινή αποδοχή διεθνών κανόνων και μέτρων ηθικής. Όλοι θυμόμαστε τα γεγονότα που σημάδεψαν αυτή τη δεκαετία: την προσάρτηση του Κουβέϊτ από το Ιράκ, τον Αύγουστο του 1990, τη συνθήκη στο Παρίσι τον Νοέμβριο του ίδιου έτους ανάμεσα στους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων της ΣΑΣΕ (μετέπειτα ΟΑΣΕ) με την οποία έλαβε επίσημα τέλος ο Ψυχρός Πόλεμος, τον πόλεμο του Κόλπου, τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, τον πόλεμο Κροατίας- Σερβίας, το 1991,τη μακροχρόνια αιματοχυσία Σέρβων, Κροατών, Μουσουλμάνων στη π. Γιουγκοσλαβία, τον πόλεμο Ρωσίας-Τσετσενίας, το 1994, την απομάκρυνση του Γ.Γ. του ΟΗΕ, Ghali από τις Η.Π.Α., το 1996, την «ανθρωπιστική επέμβαση» του ΝΑΤΟ για την απομάκρυνση των σερβικών δυνάμεων από το Κοσσυφοπέδιο, το 1999, και τον αεροπορικό βομβαρδισμό του Αφγανιστάν με κατάρρευση του καθεστώτος των Ταλιμπάν, το 2001, και την τρομοκρατική επίθεση στο World Trade Center και το Pentagon στις 11 Σεπτεμβρίου…

Έχει επέλθει μια δραματική αλλαγή στην ισορροπία της ισχύος μεταξύ των εθνικών κυβερνήσεων και των διεθνών αγορών. Όπως έλεγαν οι Marx και Engels «οι πόλεμοι έχουν πολύ βαθύτερες αιτίες από την πολεμολαγνεία θερμοκέφαλων με στολή» γι αυτό δυσανασχετούν με το διπλωματικό παρασκήνιο στη διάρκεια των πολέμων με αποτέλεσμα οι πόλεμοι να τραβούν σε μάκρος. Συγκρίνοντας την αγριότητα των πολέμων ανάμεσα σε μικρές αταξικές φυλές των στεπών για τους κυνηγότοπους πριν και κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα με την αταξική κοινωνία του μέλλοντος (τέλη 20ου αιώνα και μετά) οι Marx και Engels διέβλεπαν ότι αυτή η (παγκόσμια) κοινωνία του μέλλοντος θα εγκαθιδρυόταν πάνω στη βάση μιας οριστικής υπέρβασης της σπάνης των αγαθών και συνάμα πάνω στη βάση της δημιουργημένης από τον καπιταλισμό παγκόσμιας αγοράς. Οι πόλεμοι του συμφέροντος στις πολιτισμένες ταξικές κοινωνίες μετάλλαξαν την αγριότητα των πολέμων στις στέπες σε απληστία και κτηνώδη μανία απολαύσεων, κυρίως στις περιοχές του «κέντρου» έναντι της «περιφέρειας» στην σημερινή εποχή της παγκοσμιοποίησης.

Ας πάμε όμως πίσω στον χρόνο με κάποια διάθεση να μετριάσουμε τις προσδοκίες για μια δίκαιη και ειρηνική παγκόσμια κοινωνία από τα πρακτικά αποτελέσματα σπουδαίων θεωριών, αναλογιζόμενοι τη νέα παγκόσμια “αταξία” ή την συνεχώς μεταβαλλόμενη διεθνή τάξη

Κατά τις δεκαετίες 1960 και ΄70 η πλουραλιστική θεώρηση πρότεινε διάχυση της εξουσίας σε πολλές ανταγωνιζόμενες ομάδες και σώματα. Με την παραδοσιακή του έννοια ο πλουραλισμός διακρίνει τη διαπερατότητα του κράτους απέναντι στον κρατοκεντρισμό της ρεαλιστικής θεώρησης. Απορρίπτει ως διαστρεβλωτική την παρομοίωση Burton περί μπιλιάρδου για το διεθνές σύστημα πολιτικής γιατί δεν λαμβάνει υπόψη την επιρροή παραγόντων όπως οι πολυεθνικές εταιρείες και οι ΜΚΟ και αδυνατεί να αναγνωρίσει την αλληλεξάρτηση των κρατών σε οικονομικά θέματα.

Η διεθνής πολιτική διαμορφώνεται από ένα πολύ ευρύτερο φάσμα συμφερόντων από τις εθνικές κυβερνήσεις κι έτσι είναι καλύτερα να μιλάμε για αυτονομία παρά για εξωτερική κυριαρχία στην παγκόσμια πολιτική σκηνή. Αλλά ακόμα κι αυτή η ιδέα της αυτονομίας αμφισβητείται αφού όλοι οι φορείς (κυβερνητικοί και μη) λειτουργούν εντός πλαισίου ελέγχων και περιορισμών που εμποδίζει την ανεξάρτητη κίνηση.

Η πλουραλιστική προσέγγιση προτείνει απομάκρυνση από την πολιτική της ισχύος και το εθνικό μεγαλείο. Η συνεργασία σε έναν ολοένα και πιο αλληλεξαρτώμενο κόσμο θα αποδειχτεί τελικά ακαταμάχητη στην αντιμετώπιση των προβλημάτων. Όταν η εξουσία κατανέμεται σε πολλούς ο ανταγωνισμός, που οδηγεί σε πολέμους, τείνει να αυτοαναιρείται. Άλλωστε ο πλουραλισμός θεμελιώθηκε σε φιλελεύθερες ιδέες και αξίες, που λένε ότι «ο πόλεμος δεν αποδίδει». Με τη λέξη «πόλεμος» προφανώς εννοούσαν τη μορφή των ένοπλων συγκρούσεων μεταξύ κρατών. Γιατί για τον Marx «πόλεμος» είναι μεν η συλλογική άσκηση ένοπλης βίας με σκοπό την επίτευξη συλλογικών σκοπών, αλλά τα συλλογικά υποκείμενα μπορούν εξίσου να είναι τάξεις ή έθνη και κράτη.

Στον μαρξισμό η έμφαση δίδεται στην οικονομική εξουσία και το διεθνές κεφάλαιο. «Η βιομηχανία και το εμπόριο αλλάζουν τον πολεμικό χαρακτήρα ενός λαού». Οι Marx και Engels πίστευαν ότι ο φιλελεύθερος-οικονομιστικός ειρηνισμός επιδιώκει να αντικαταστήσει τον πόλεμο, που δεν αποδίδει, με το εμπόριο που αποδίδει κέρδος στους αστούς και τον ατομικισμό τους εις βάρος των φτωχών και μη προνομιούχων.

Ο Marx ασχολήθηκε κυρίως με την ανάλυση της δομής του εθνικού καπιταλισμού και τις ανταγωνιστικές σχέσεις αστικής τάξης - προλεταριάτου. Στο Μανιφέστο του κομμουνιστικού κόμματος διακρίνεται μια διεθνιστική διάσταση όταν γράφει: «Προλετάριοι όλων των χωρών, ενωθείτε!». Ο μαρξισμός απευθύνεται στη διεθνή κατηγορία της τάξης που οργανώνεται οριζόντια και απορρίπτει την κάθετη οργάνωση της εξουσίας με τη διαίρεση του κόσμου σε ανεξάρτητα κράτη όπως θέλουν οι φιλελεύθερες και ρεαλιστικές προσεγγίσεις. Πιο ξεκάθαρη είναι η θεώρηση του καπιταλισμού ως διεθνές σύστημα στο κείμενο του Λένιν, το 1917, Ιμπεριαλισμός, το ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού, όπου υποστηρίζεται πως ο εθνικός καπιταλισμός επιδιώκει να διατηρήσει σταθερά τα επίπεδα κέρδους μέσω της απόσπασης υπεραξίας με αποτέλεσμα τη σύγκρουση των μεγάλων καπιταλιστικών δυνάμεων. Ο Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος ήταν ιμπεριαλιστικός αφού έγινε για τον έλεγχο των αποικιών στην Αφρική, την Ασία και αλλού.

Ωστόσο, ο ιμπεριαλισμός των αρχών του 20ου αιώνα δεν αποδείχτηκε το τελικό (ανώτατο) στάδιο του καπιταλισμού ούτε η κρατική πολιτική απλώς η αντανάκλαση των καπιταλιστικών συμφερόντων. Οι σύγχρονοι μαρξιστές (ή νεομαρξιστές) αναγνωρίζουν αυτήν την άποψη, αποδέχονται τη «σχετική αυτονομία του κράτους» άρα πλησιάζουν την πλουραλιστική αντίληψη ότι η παγκόσμια σκηνή επηρεάζεται από πολλά σώματα, εθνικά, υποεθνικά και διεθνή. Η διαφορά μεταξύ κλασικού μαρξισμού και νεομαρξιστών είναι ότι ενώ ο Marx και ο Λένιν επικεντρώθηκαν στη δομή και την αντιπαλότητα διακριτών εθνικών καπιταλισμών, οι νεομαρξιστές αναλύουν την τάση για ανάπτυξη ενός παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος. Βασικό χαρακτηριστικό αυτού του συστήματος είναι η οργάνωση των ταξικών συμφερόντων σε διεθνή βάση μέσω της ανάδυσης των πολυεθνικών εταιρειών.

Οι πολυεθνικές εταιρείες δρώντας όπως τα κυρίαρχα κράτη στην παγκόσμια σκηνή τα εκτοπίζουν και χωρίζουν τον κόσμο σε περιοχές «κέντρου» και «περιφέρειας». Έτσι διασφαλίζουν τα μακροχρόνια συμφέροντα του παγκόσμιου καπιταλισμού: ο ανεπτυγμένος Βορράς με τεχνολογικές καινοτομίες και υψηλά σταθερά επίπεδα επενδύσεων είναι το «κέντρο» ενώ ο Νότος, ως «περιφέρεια» και πηγή φτηνού εργατικού δυναμικού, περιθωριοποιείται με αποτέλεσμα να ευδοκιμεί ο εθνοτικός εθνικισμός. Οι παγκόσμιες ανισότητες καθρεφτίζουν ανισότητες σε τοπικό επίπεδο, στο εσωτερικό των εθνικών οικονομιών. Η οικονομική παγκοσμιοποίηση μοιάζει να συμβαδίζει επομένως με την εθνική αποσύνθεση τουλάχιστον όσο το διπολικό σύστημα είχε αντικατασταθεί από την μονοκρατορία των ΗΠΑ μετά το 1990. Αλλά τα πράγματα στον αιώνα που διανύουμε θα αλλάξουν πάλι με την εμφάνιση νέων σημαντικών κρατών - παικτών όπως η Κίνα, η Ινδία, η Βραζιλία, με την κατάρρευση της μονοπολικότητας, με τις κυμαινόμενες συμμαχίες, τις νέες τεχνολογίες, την παγκόσμια διακυβέρνηση χάρη στις νέες τεχνολογίες και την αγορά… ομολόγων γιατί είναι πιο ισχυρά και από τον Θεό, όπως είχε πει ένας στενός φίλος του Bill Clinton όταν τον είχαν ρωτήσει σε τι θα ήθελε να μετενσαρκωθεί και απάντησε: «σε αγορά ομολόγων».

Τετάρτη, Απριλίου 27, 2011

ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ

Από τον Ιστό της Αράχνης στο Τραπέζι του Μπιλιάρδου

Ή από τους ιδεαλιστές στους ρεαλιστές

Ο Αυστραλός διπλωμάτης και ακαδημαϊκός John Burton (1972) παρομοίασε την νεοϊδεαλιστική προσέγγιση της πολιτικής σε μια παγκόσμια κοινωνία σαν ένα ιστό αράχνης (διάβασε πιο κάτω το προηγούμενο κείμενο της ενότητας Από το παγκόσμιο χωριό στην παγκόσμια κοινωνία).

Σήμερα θα δούμε μερικά πράγματα για μια άλλη μεγάλη και πιο παλιά θεωρία διεθνούς πολιτικής, τον πολιτικό Ρεαλισμό, με απαρχές στον Πελοποννησιακό Πόλεμο του Θουκυδίδη (5ος αι. π.Χ) και τον Σουν Τζου με την Τέχνη του Πολέμου στην Κίνα και αργότερα στον Machiavelli (16ος αιώνας) και τον Thomas Hobbes (17ος αιώνας).

Οι δυο παγκόσμιοι πόλεμοι ενίσχυσαν σημαντικά τη θεωρία του ρεαλισμού. Τον 20ο αιώνα η άποψη ότι οι διεθνείς σχέσεις πρέπει να θεμελιώνονται στην πολιτική της ισχύος και στην επιδίωξη των εθνικών συμφερόντων κυριάρχησε έναντι της καθοδήγησης από την ηθική του ιδεαλισμού. Για τους ρεαλιστές το κράτος είναι κυρίαρχος παράγοντας στην παγκόσμια σκηνή και δρα σαν αυτόνομη οντότητα. Με την άνοδο του εθνικισμού το κράτος υποτάσσεται στις δεσμεύσεις έναντι του έθνους. Υποστηρικτές της ρεαλιστικής θεωρίας πιστεύουν ότι είναι αφελής η πίστη στο διεθνές δίκαιο και τη συλλογική ασφάλεια κάτι που κατά την άποψή τους (Carr, Morgenthau) εμπόδισε τους πολιτικούς και στις δυο πλευρές του Ατλαντικού να κατανοήσουν και να προλάβουν τη γερμανική επέκταση. Εξηγούν ότι υψηλότερη αυθεντία από το κυρίαρχο κράτος δεν υπάρχει άρα η φυσική κατάσταση της διεθνούς πολιτικής χαρακτηρίζεται από αναρχία και όχι από αρμονία. Κάθε κράτος είναι αναγκασμένο να τα βγάλει πέρα μόνο του, δίνοντας προτεραιότητα στα δικά του εθνικά συμφέροντα για να επιβιώσει και να υπερασπιστεί την επικράτειά του. Ωστόσο, αυτή η διεθνής αναρχία δεν σημαίνει αδιάκοπο πόλεμο.

Η ισορροπία δυνάμεων είναι συμβατή με τη ρεαλιστική πολιτική θεωρία αφού τα κράτη μπορούν να συνεργαστούν και να συμμαχούν εξασφαλίζοντας μακροχρόνιες περιόδους ειρήνης. Οι συμμαχίες όμως καταρρέουν κάποια στιγμή αφού η εξουσία, ο πλούτος και οι πόροι δεν κατανέμονται ισομερώς ανάμεσα στα κράτη και τότε ο πόλεμος είναι το πιθανότερο αποτέλεσμα. Υπάρχει ένα ιεραρχικό σύστημα κρατών όπου κάποια κράτη είναι ισχυρότερα από άλλα άρα μιλάμε για μεγάλες δυνάμεις ή υπερδυνάμεις που οδήγησαν σε σφαίρες επιρροής, απροκάλυπτης αποικιοκρατίας και στη δημιουργία μιας διπολικής παγκόσμιας τάξης (Η.Π.Α.-Ε.Σ.Σ.Δ.) μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Σύμφωνα με τους ρεαλιστές αυτός ο διπολισμός συνέβαλε στη διατήρηση της ειρήνης καθώς η κλιμάκωση των εξοπλισμών είχε οδηγήσει σε αυτό που ονομάστηκε MAD (τρελός) δηλαδή Mutually Assured Destruction όσον αφορά τα πυρηνικά όπλα.

Νεορεαλισμός

Πρόκειται για έναν νέο ή δομικό ρεαλισμό που αναπτύχθηκε στη δεκαετία του ΄80 που τροποποιεί την ιδέα μιας «άναρχης κοινωνίας» (Bull, 1977).

Διανοητές όπως ο Waltz (1979) εξακολουθούν να αναγνωρίζουν την κεντρική σημασία της πολιτικής ισχύος αλλά δεν εξηγούν τα γεγονότα τόσο με όρους σύστασης και στόχων μεμονωμένων κρατών όσο με τους δομικούς περιορισμούς του διεθνούς συστήματος.

Πάντως και οι δυο θεωρήσεις νομιμοποιούν τη στρατιωτική κλιμάκωση και τις ηγεμονικές φιλοδοξίες των μεγάλων δυνάμεων.

Η πολιτική της ισχύος δεν κατάφερε τόσο να διατηρήσει την ειρήνη όσο να φέρει τον κόσμο στο χείλος της πυρηνικής καταστροφής. Εστιάζοντας στο κράτος ως κυρίαρχο διεθνή παράγοντα αγνόησαν τις πλουραλιστικές τάσεις που άλλαξαν την όψη της διεθνούς πολιτικής προς τα τέλη του 20ου αιώνα. Μια χαρακτηριστική παρομοίωση του John Burton (1972) για τα κυρίαρχα κράτη είναι ότι θυμίζουν συμπαγείς μπάλες που κινούνται με εξωτερική πίεση πάνω στο τραπέζι του μπιλιάρδου (σύστημα διεθνούς αναρχίας) και συγκρούονται μεταξύ τους. Οι πλουραλιστές διαφωνούν με την παρομοίωση.

Τρίτη, Απριλίου 26, 2011

ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΧΩΡΙΟ ΣΤΗΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Και ποιος δεν θυμάται τη διατύπωση του Marshall McLuhan που έδωσε μια νέα έννοια του κόσμου μας, όπως διαμορφώνεται ήδη από τα τέλη του 20ου αιώνα, περιγράφοντάς τον ως παγκόσμιο χωριό;. Το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης έχει αλλάξει εντελώς τον τρόπο με τον οποίο κατανοούμε την πολιτική και τη φύση της πολιτικής αλληλεπίδρασης. Άλλοτε, όχι και τόσο παλιά, μιλώντας για πολιτική, η προσοχή μας επικεντρωνόταν στο κράτος και στο εθνικό επίπεδο κυβερνητικής δραστηριότητας. Υπήρχε σαφής διάκριση μεταξύ της πολιτικής στο εσωτερικό του έθνους –κράτους και αυτής εκτός των συνόρων του. Τώρα, αν και τα έθνη –κράτη εξακολουθούν να είναι οι σημαντικότεροι παράγοντες στην διεθνή πολιτική σκηνή, είναι αδύνατον να αγνοηθεί η ολοένα αυξανόμενη επιρροή των υπερεθνικών σωμάτων και διεθνών ενώσεων και οργανισμών οπότε η διάκριση μεταξύ «εσωτερικού» και «εξωτερικού» τείνει προς εξάλειψη και πάντως ήδη ξεθωριάζει με συνέπεια να μιλούμε για την ανάδυση μιας παγκόσμιας κοινωνίας.

Για να κατανοήσουμε τις αλλαγές που επιφέρει η παγκοσμιοποίηση στην πολιτική πρέπει να θυμηθούμε τις μεγάλες σχολές σκέψης: τον Ιδεαλισμό, τον Ρεαλισμό, τον Πλουραλισμό και τον Μαρξισμό.

Θα αναφερθώ με λίγα λόγια στο βασικό περιεχόμενο κάθε μιας από αυτές τις παραδοσιακές, θεωρητικές σχολές διεθνούς πολιτικής. Σημειωτέον ότι αυτό γίνεται κυρίως για δική μου εξάσκηση αφού είναι πολύ πιθανόν όσοι ενδεχομένως επισκέπτεστε τη Σφαίρα να τα γνωρίζετε ήδη πολύ καλύτερα.

Ιδεαλισμός

Οι περισσότερες μορφές του διέπονται από διεθνισμό, δηλαδή ότι οι ανθρώπινες υποθέσεις πρέπει να οργανώνονται με οικουμενικές και όχι απλώς εθνικές αρχές. Επιπλέον οι ηθικές αξίες και οι ηθικοί κανόνες στη διεθνή πολιτική είναι ειδοποιό χαρακτηριστικό του ιδεαλισμού. Καθώς ασχολείται κυρίως με κανονιστικές κρίσεις (πώς θα έπρεπε να συμπεριφέρονται οι διεθνείς παράγοντες και όχι πώς συμπεριφέρονται) ο ιδεαλισμός συχνά θεωρείται μορφή ουτοπισμού. Υπάρχει «δίκαιος πόλεμος»; Κατά τον Μεσαίωνα, ο Θωμάς Ακινάτης (13ος αιώνας) απαντά «ναι» υπό προϋποθέσεις: Να κηρύσσεται από εξουσιοδοτημένο κυρίαρχο, να αποβλέπει σε αποκατάσταση προηγούμενης αδικίας, με σκοπό την επίτευξη του καλού, την αποτροπή του κακού και να μην είναι έκφραση απληστίας και σκληρότητας. Αντιθέτως, ο Immanuel Kant (18ος αιώνας) ανέπτυξε ένα πρώιμο όραμα παγκόσμιας κυβέρνησης. Η ηθική και ο λόγος κατατείνουν στην προσταγή ότι πόλεμος δεν πρέπει να υφίσταται και το μέλλον της ανθρωπότητας πρέπει να θεμελιώνεται στην προοπτική της «οικουμενικής και αιώνιας ειρήνης».

Οι φιλελεύθεροι, που παραδοσιακά αποδέχονται το έθνος ως κυρίαρχη βαθμίδα πολιτικής οργάνωσης, τονίζουν τη σημασία της αλληλεξάρτησης και του ελεύθερου εμπορίου, υποστηρίζοντας ότι «ο πόλεμος δεν αποδίδει». Παρόμοιος διεθνισμός αντανακλάται επίσης στην πίστη για συλλογική ασφάλεια και στο διεθνές δίκαιο που ενσαρκώνονται σε οργανισμούς όπως ο Ο.Η.Ε. (παλιότερα η Κοινωνία των Εθνών). Ο Woodrow Wilson, πρόεδρος των Η.Π.Α., είχε εκφράσει την άποψη ότι η οικοδόμηση ενός κόσμου δημοκρατικών κρατών-εθνών, πρόθυμων να συνεργαστούν σε πεδία κοινού ενδιαφέροντος, χωρίς διάθεση για κατακτήσεις και λεηλασίες, είναι το καλύτερο αντίδοτο στον πόλεμο.

Νεοϊδεαλισμός

Οι άνθρωποι αφού γελοιοποίησαν και δυσφήμισαν με ρεαλιστικές θεωρίες τον ιδεαλισμό, αφού απογοητεύτηκαν με την κυνική πολιτική της ισχύος κατά την εποχή των υπερδυνάμεων, άρχισαν πάλι στα τέλη του 20ου αιώνα να συζητούν για την ηθική διάσταση της πολιτικής. Στις Η.Π.Α. ο πρόεδρος Jimmy Carter τη δεκαετία του ΄70 θέλησε να προσδώσει αυτήν την διάσταση λέγοντας ότι η βοήθεια της χώρας του προς άλλες χώρες θα ήταν ανάλογη των επιδόσεων των καθεστώτος που θα την απολάμβανε στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Στα τέλη της δεκαετίας του ΄80 ο Σοβιετικός πρόεδρος, Μιχαήλ Γκορμπατσώφ, μίλησε για ένα «κοινό ευρωπαϊκό σπίτι» όπου τα ανθρώπινα δικαιώματα υπερβαίνουν την ιδεολογική αντιπαλότητα μεταξύ κομμουνισμού και καπιταλισμού.

Μετά πολλά χρόνια κλιμάκωσης των στρατιωτικών δαπανών σε Ανατολή και Δύση, η προοπτική του πυρηνικού ολέθρου έδωσε ώθηση στις ιδεαλιστικές θεωρίες, την εμφάνιση του ειρηνιστικού κινήματος και την ιδέα μιας «παγκόσμιας κοινωνίας» (John Burton). Η ιδέα αυτή απορρίπτει την προηγούμενη ιδέα των κυρίαρχων εθνών-κρατών ως απαρχαιωμένη και δίνει έμφαση σε ένα μοντέλο – ιστός αράχνης κατά Burton- το οποίο χαρακτηρίζεται από πολυπλοκότητα και αλληλεξάρτηση. Οι διεθνείς συγκρούσεις δεν αντιμετωπίζονται με βάση την ισχύ αλλά με συνεργασία και χωρίς καταπίεση.

Αυτά σε γενικές γραμμές περί ιδεαλισμού. Αργότερα ή αύριο θα συνεχίζω με τον Ρεαλισμό ή αλλιώς τη θεωρία περί πολιτικής της ισχύος.
(Θέλω να σημειώσω ότι στην παρούσα φάση αυτά τα πράγματα διαβάζω στο εξαιρετικό βιβλίο του Andrew Heywood για την Πολιτική απο τις εκδόσεις Πόλις.)

Τετάρτη, Απριλίου 20, 2011

Η ΟΥΣΙΑ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ


Άλλο κυβέρνηση άλλο διακυβέρνηση!

Έχει σημασία γιατί η διαφορά είναι τεράστια και παγκόσμια, καθώς οι κοινωνίες μας είναι περίπλοκες και η διοίκησή τους δεν βγαίνει πέρα μόνο απο μια απλή κυβερνησούλα όπως τον καιρό του έθνους-κράτους. Κατά μια άποψη μάλιστα μπορεί να υπάρχει διακυβέρνηση χωρίς κυβέρνηση. Κάποιοι το πιστεύουν ή ίσως απλώς να μας το λένε ότι αυτός ο τρόπος (μάλλον οι τρόποι εξουσίας με τη διακυβέρνηση δηλαδή μέσω αγορών και δικτύων) διοίκησης των κρατών και των πληθυσμών τους σημαίνει και γίνεται με συνεχή διάλογο και διαπραγμάτευση άρα συμβάλλει στο να ξεθωριάζει η διάκριση κράτους-κοινωνίας. Ακούγεται καλό και σωστό, αλλά κάποιοι άλλοι υποστηρίζουν ότι διακυβέρνηση σημαίνει λιγότερη κυβέρνηση και περισσότερη ελεύθερη αγορά.
Πάντως ο κύκλος της διακυβέρνησης είναι πολύ ευρύτερος και κλείνει μέσα του τον κύκλο της κάθε κυβέρνησης όχι μόνο εδώ αλλά παντού στον κόσμο.

Ο Jean- Jacques Rousseau πίστευε πως μόνο μέσω της άμεσης και διαρκούς συμμετοχής όλων των πολιτών στην πολιτική ζωή μπορεί το κράτος να δεσμευτεί στην επιδίωξη του κοινού καλού: η γενική βούληση!

Αλλά και η Hannah Arendt υποστήριζε ότι η πολιτική είναι η σημαντικότερη μορφή ανθρώπινης δραστηριότητας, επειδή προϋποθέτει σχέσεις μεταξύ ίσων και ελεύθερων πολιτών.

Κι εμένα που τα διαβάζω αυτά και τα σκέφτομαι, με προβληματίζει η έννοια και η ουσία ακριβώς αυτών των δυο λέξεων: "ελεύθερων και ίσων". Δηλαδή;
Πέστε μου κι εσείς, πώς τις καταλαβαίνετε αυτές τις δυο λέξεις;

Ίσως να σκεφτούμε και αυτό που είπε ο J. S. Mill ότι γενικά η συμμετοχή στις δημόσιες υποθέσεις προάγει την προσωπική, ηθική και πνευματική ανάπτυξη του ατόμου.

Κι άλλωστε τι υποτίθεται ότι κάνουν ή προσπαθούν να κάνουν τα ανθρώπινα όντα; Αυτό που είπε πρώτος ο Αριστοτέλης. Τι; Ότι προσπαθούμε να βελτιώσουμε τη ζωή μας και να δημιουργήσουμε μια αγαθή κοινωνία. Πώς; Πάντα με τον διάλογο σε πρώτη φάση. Τα μιλάμε, διαφωνούμε, βρίσκουμε μέσες άκρες μια αμοιβαίως αποδεκτή λύση και προχωράμε στα έργα.

Αν ήταν τόσο απλό δεν θα χρειαζόταν σήμερα παρά να απολαμβάνουμε την ισότητα και την ελευθερία μας υπό το κράτος της καλής διακυβέρνησης του κόσμου. Αλλά οι άνθρωποι είναι όντα εγωιστικά, ιδιοτελή και συχνά σατανικά και πολύ άπληστα και αυτή η συζήτηση κρατά πάρα πολλούς αιώνες τώρα και πάντα όπου δεν πείθει ο λόγος πίπτει η ράβδος γι αυτό τι να λέμε Μεγάλη Τετάρτη βράδυ του έτους 2011 μετά τον Ιησού Χριστόν; Για μια ακόμα χρονιά...

Καλό Πάσχα, Χριστιανοί!

Τρίτη, Απριλίου 05, 2011

ΔΩΡΕΑΝ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ... ΠΡΟΣ ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ...


Κανενός κράτους τα σύνορα δεν είναι αυτονόητα. Αλλάζουν μέσα στους αιώνες είτε αυξανόμενα είτε μειούμενα. Αυτό αποδεικνύεται συνεχώς στην Ιστορία, όπως πειστικά μας αναλύει η Μαρώ Ευθυμίου

Το 1830 δημιουργήθηκε ένα μικρό κράτος! Στη συνέχεια, το 1862-64, προστέθηκαν τα Επτάνησα, ήρθε και ο καινούργιος βασιλιάς Γεώργιος Α', μετά προστέθηκε η Θεσσαλία, το 1882, μετά στους Βαλκανικούς πολέμους προστέθηκε το μεγαλύτερο κομμάτι της Ηπείρου και της Μακεδονίας, η Κρήτη, τα νησιά των παραλίων της Μ. Ασίας και τελευταία τα Δωδεκάνησα μετά τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο.
Χρειάστηκαν σχεδόν 150 χρόνια για να έχει η Ελλάδα τα σημερινά της σύνορα.

Μέσα στα σύνορα της Ελλάδας του 1830 - από τη Λαμία και κάτω, πολύ χαμηλά δηλαδή σε σχέση με τα σημερινά σύνορα με ελάχιστα νησιά, μόνο τα κοντινά νησιά του Αργοσαρωνικού και οι Κυκλάδες (τα υπόλοιπα εξακολουθούσαν να είναι Οθωμανική Αυτοκρατορία) - υπάρχει μια σημαντική μειονότητα Αρβανιτών/Αλβανών.
Η Θεσσαλία όταν μπαίνει δεν έχει καθόλου Αρβανίτες, αλλά έχει Βλάχους.
Στην Ήπειρο, όταν προστίθεται στη χώρα μας, υπάρχουν Αρβανίτες κάτοικοι αν και όχι τόσο πυκνοί όσο νοτιότερα.
Όταν προστίθεται η Μακεδονία και η Θράκη ελάχιστοι Βλάχοι και Αρβανίτες υπήρχαν εκεί.

Εν τω μεταξύ λόγω των ηττών μας σε άλλα πεδία, Έλληνες που ζούσαν κατεσπαρμένοι σε περιοχές όπου σήμερα είναι το Βελιγράδι, η Ρουμανία, η νότια Βουλγαρία, τα παράλια της Μ. Ασίας ακόμα και ο Πόντος, αναγκάστηκαν κάποια στιγμή να έρθουν οπότε η Ελλάδα γέμισε και με άλλους Έλληνες, επομένως αναλογικά υπάρχουν πολλοί Έλληνες σε αυτήν την Ελλάδα. Αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι οι Αρβανίτες που υπήρχαν εδώ ήταν όχι απλώς Έλληνες αλλά ίσως οι πιο φανατικοί Έλληνες από όλους. Ένας Έλληνας μπορεί πιο εύκολα να κατηγορήσει τους Έλληνες και την Ελλάδα για το οτιδήποτε ανά πάσα ώρα και στιγμή και συχνά θα δούμε στην Ιστορία ότι πιο πολύ θα υπερασπιστεί την Ελλάδα ένας δίγλωσσος Χριστιανός Ορθόδοξος Αρβανίτης απο έναν ελληνόφωνο Έλληνα Χριστιανό Ορθόδοξο.

Σε όλους τους λαούς υπάρχουν επιμιξίες. Εμείς όμως υπήρξαμε στο θέμα αυτό πάρα πολύ τυχεροί γιατί οι Αρβανίτες Έλληνες όχι απλώς αισθάνονταν Έλληνες αλλά ήταν πρωτοπόροι υπερασπιστές του Ελληνισμού. Βέβαια βοήθησε και το γεγονός ότι αλβανική εθνική συνείδηση σε μητέρα περιοχή άργησε πάρα πολύ να αναπτυχθεί. Στη δικιά μας περίπτωση δεν υπήρχε καμία χώρα να διεκδικήσει αυτούς τους Αρβανίτες άρα ουδέποτε ετέθη ζήτημα και ούτε κανείς τρόμαζε με την αλβανοφωνία τους.
Από την Ύδρα για παράδειγμα προήλθαν ορισμένοι απο τους πρώτους μας πρωθυπουργούς. Οι Κουντουριωταίοι, είναι η σπουδαιότερη και πιο πλούσια οικογένεια της Ύδρας.
Ο Κουντουριώτης έβγαζε λόγους στην Βουλή σε άπταιστη ελληνική γλώσσα αλλά όταν θύμωνε πολύ το γύριζε στη μητρική του γλώσσα και έβριζε στα αλβανικά.
Ουδείς ανησυχούσε στη Βουλή και απλώς έλεγαν άσε τον, θα του περάσει.
Ο Κωλέττης, ο πρώτος μεγαλοϊδεάτης πρωθυπουργός, είχε ως μητρική του γλώσσα τα βλάχικα. Μέσα στη Βουλή όμως μιλούσε άψογα την ελληνική καθαρεύουσα.
Ουδείς ανησυχούσε απο το γεγονός ότι ήταν βλάχος στην καταγωγή.

Όταν άρχισε να αναπτύσσεται αλβανική συνείδηση, στα 1880, εκεί όπου είναι τώρα Αλβανία και να δημιουργείται κίνημα αλβανικού εθνικισμού - όλοι είχαν τέτοια κινήματα, πρώτα οι Σέρβοι το 1804, μετά εμείς το 1821, μετά οι Βούλγαροι και οι Ρουμάνοι στα 1850 αλλά Τούρκοι και Αλβανοί δεν είχαν αρχίσει να συζητάνε την εθνική τους υπόσταση - οι πρώτοι εθνικιστές της Αλβανίας συνέλαβαν μια Ιδέα: να απελευθερωθεί η "Αλβανία" από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, να ενωθεί με την "Ελλάδα" και να δημιουργηθεί το ΕλληνοΑλβανικόν Βασίλειον! Αυτή η Ιδέα κάποιων πρωτοπόρων Αλβανών, προωθήθηκε στην Αθήνα και ήταν ένα σχέδιο μυστικό στο υπουργείο Εξωτερικών, που είχε γίνει αποδεκτό απο την ελληνική πλευρά και τον Βασιλιά. Αλλά διέρρευσε, το έμαθαν οι Ιταλοί που αμέσως αντέδρασαν γιατί πάντα είχαν βλέψεις στα αλβανικά εδάφη. Το σχέδιο θα μπορούσε υπό διαφορετικές περιστάσεις να είχε προχωρήσει... Μεγάλες αρβανίτικες οικογένειες της εποχής, όπως π.χ. οι Μποτσαραίοι, συμφωνούσαν και μάλιστα σε προκήρυξη που συνέταξαν, υπέγραψαν και απέστειλαν στους Αλβανούς έγραφαν: Εμπρός αδέρφια όλοι μαζί, το αίμα νερό δεν γίνεται...

Μια πολύ σημαντική πτυχή της ιστορίας για τους Αλβανούς/Αρβανίτες είναι ότι η γλώσσα τους ήταν προφορική και φυσικά οι πρώτοι εθνικιστές θέλησαν πρωτίστως να βρουν τρόπο γραφής της προφορικής γλώσσας τους. Τελικά υιοθέτησαν το λατινικό αλφάβητο μετά απο πολλές συζητήσεις. Η γραπτή αλβανική γλώσσα δημιουργείται περίπου απο το 1900 και γράφεται με λατινικά στοιχεία μαζί πρόσθετα σημαδάκια για να αποδίδουν κάποιους ήχους της αλβανικής γλώσσας όπως ακούγεται όταν ομιλείται. Το Αλβανικό κράτος δημιουργείται κι αυτό τον ίδιο καιρό δηλαδή με το τέλος των Βαλκανικών Πολέμων. Μέχρι τότε τα λίγα κείμενα που έχουν γραφτεί στην Ιστορία είναι προφορικά αλβανικά με έλληνικά γράμματα και καμιά φορά με αραβικά στοιχεία γιατί οι Τούρκοι χρησιμοποιούσαν το αραβικό αλφάβητο μέχρι το 1923 που ο Κεμάλ το άλλαξε και επέβαλε το λατινικό.

Εκτός απο τους Αρβανίτες και τους Βλάχους υπάρχουν οι Σαρακατσαναίοι, που είναι ελληνόφωνοι Έλληνες νομάδες, υπάρχουν και οι Αρβανιτόβλαχοι, που είναι ομάδες που πάνω στη Ρούμελη σε αρκετές περιοχές, όπως υπάρχουν και στην Ήπειρο. Οι Αρβανιτόβλαχοι που βρίσκονται στη Ρούμελη κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας ονομάζονται... Καραγκούνηδες. Αυτοί (οι Καραγκούνηδες) δεν είναι ίδιοι με αυτούς τους άλλους Αρβανιτόβλαχους, και ζουν σε καραγκούνικα χωριά του κάμπου της Θεσσαλίας που, δεν είναι αρβανιτοβλάχικα.

Γενικά πάντως στον ελληνικό κορμό τρείς είναι οι μεγάλες ομάδες: Οι Έλληνες, με μεγάλη πλειοψηφία όταν δημιουργήθηκε ολόκληρο το σχήμα της Ελλάδας, οι Αρβανίτες και οι Βλάχοι.

Οι Γύφτοι προέρχονται απο την Αίγυπτο (Egypt), οι Τσιγγάνοι προέρχονται απο την Ινδία (Αθίγγανούς τους ονόμασαν οι Βυζαντινοί) αλλά μέσα στην Ιστορία έχουν κι αυτοί αναμιχθεί.

Οι Τσάκωνες είναι αρχαιότατοι Έλληνες απο τις πιο ελληνικές περιοχές της Ελλάδος.
Η γλώσσα τους, τα τσακώνικα, είναι απο τις πιο αρχαιοπρεπείς γλώσσες της Ελλάδος.

Οι Πομάκοι είναι βουλγαρικής καταγωγής, εξισλαμισμένοι και τώρα τουρκοποιούνται. Τα τελευταία πενήντα χρόνια οι Πομάκοι βρίσκονται σε πορεία ταχύτατης τουρκοποίησης. Οι Πομάκοι κάποτε μισούσαν τους Τούρκους αλλά πλέον εκτουρκίζονται σταθερά. Το τουρκικό Προξενείο της Κομοτηνής παίζει άριστα αυτό το παιχνίδι αφού το ελληνικό κράτος έκανε το λάθος να απομονώσει τους Πομάκους και να τους κάνει να μας μισήσουν οπότε η Τουρκία βρήκε κατάλληλο έδαφος να δρά και να τους κερδίζει. Τα Πομακόπουλα πηγαίνουν σε τουρκικά σχολεία διότι στη Συνθήκη της Λωζάνης δεν προβλεπόταν παρά μόνο το θρήσκευμα άρα αφού είναι μουσουλμανάκια πάνε στα τουρκικά σχολεία και τώρα δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι άλλο γιατί θα εκτεθούμε παγκοσμίως ότι δεν τηρούμε τη Συνθήκη.
Πρός το παρόν οι Πομάκοι που ζούν στη νότια Βουλγαρία δεν συνδυάζονται με τους Πομάκους που ζούν στην Ελλάδα, αλλά ολόγυρά τους υπάρχουν πολλά τουρκικά χωριά. Το 10% του πληθυσμού της Βουλγαρίας είναι τουρκόφωνοι γι αυτό και εκεί οι Τούρκοι δρουν αντιστοίχως και λένε στους Πομάκους ότι είστε δικοί μας... Τα θέματα αυτά είναι μονίμως ανοιχτά...